Οι μέχρι σήμερα

 

Οι μέχρι σήμερα "Ενώσεις του Μήνα"

 

---2006---

Υπερφθοροοκτανοϊκό οξύ (PFOA)

Ασπαρτάμη

Φυλλικό οξύ

Φθαλικός δι-(2-αιθυλoεξυλo) εστέρας (DEHP)

Δεκαμεθυλοκυκλοπεντασιλοξάνιο

Γενιπίνη

Ιματινίβη (Glivec)

Καψαϊκίνη

DDT

---2007---

Ρεσβερατρόλη

Ισιλίνη

Ελαιοευρωπεΐνη

Δενατόνιο (Bitrex)

ω-3 & ω-6 λιπαρά οξέα

Οκτανιτροκυβάνιο

cis-Διαμμινοδιχλωρολευκόχρυσος (Cisplatin)

Αβοβενζόνη

Εξαφθοριούχο θείο

Αφλατοξίνες

Εξασθενές χρώμιο

Τετραβρωμοδισφαινόλη-Α (TBBPA)

---2008---

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

Ενώσεις τριβουτυλοκασσιτέρου

Τετραϋδροκανναβινόλη

Υπερχλωρικό οξύ και άλατά του

Τρενβολόνη (Τριενολόνη)

Εξαφθοριούχο ουράνιο

Μεθάνιο

Βαρύ ύδωρ

Θαλιδομίδη

Στεβιόλη και γλυκοζίτες της

Μελαμίνη

Ισοκυανικό μεθύλιο (MIC)

---2009---

Μεθαδόνη

Υδραζωτικό οξύ και άλατά του

Αιθυλενοδιαμινοτετραοξικό οξύ (EDTA)

Καφεΐνη

Νικοτίνη

Ινσουλίνη

'Οζον

Ακρυλαμίδιο

Οσελταμιβίρη (Tamiflu)

Παράγοντας Ενεργοποίησης Αιμοπεταλίων (PAF)

Ακετυλοσαλικυλικό οξύ (Ασπιρίνη)

Τριφθοριούχο χλώριο

---2010---

Διμεθυλοϋδράργυρος

Ουρικό οξύ

Βενζόλιο

Κινίνη

Αδρεναλίνη (Επινεφρίνη)

Διοξίνη (TCDD)

Πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC)

Φερροκένιο

Ταξόλη (Πακλιταξέλη)

Μαγικό οξύ

Μεθανόλη

Διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος (LSD)

---2011---

Χλωροφόρμιο

Διμεθυλοσουλφοξείδιο (DMSO)

Σύντομη Ιστορία της Χημείας (για το έτος Χημείας)

Διφθοριούχο ξένο

Αιθυλένιο

α-Τοκοφερόλη

Τρυγικό οξύ

Οξικό οξύ

Αμμωνία

Χλωριούχο νάτριο

---2012---

Γλυκόζη

Βενζο[a]πυρένιο

Μονοξείδιο του άνθρακα

Υποξείδιο του αζώτου

Πενικιλίνη G

Στρυχνίνη

Νιτρογλυκερίνη

Υποχλωριώδες οξύ και άλατά του

---2013---

Βαρφαρίνη

Λυκοπένιο

5'-Αδενοσινο-τριφωσφορικό οξύ (ATP)

Αρτεμισινίνη

Καμφορά

Ακεταλδεΰδη

Μυρμηκικό οξύ

---2014---

Ανιλίνη

Διοξείδιο του άνθρακα

Οξείδιο του αργιλίου (Αλουμίνα)

L-Ασκορβικό οξύ (βιταμίνη C)

Όξινο και ουδέτερο ανθρακικό νάτριο

---2015---

Θειικό οξύ

Βανιλίνη

L-DOPA (Λεβοντόπα)

Γλυκίνη

---2016---

Θειικό ασβέστιο

Υδροκυάνιο και κυανιούχα άλατα

Βορικό οξύ και βορικά άλατα

'Οξινο γλουταμικό νάτριο (MSG)

Η χημική ένωση του μήνα

 [Αύγουστος 2007]

 

Επιμέλεια σελίδας:

Θανάσης Βαλαβανίδης, Καθηγητής - Κωνσταντίνος Ευσταθίου, Καθηγητής

 

Φυσικoχημικές ιδιότητες:

Εμφάνιση:  λευκή έως υπόλευκη κρυσταλλική σκόνη

Μοριακός τύπος:  C20H22Ο3

Σχετική μοριακή μάζα:  310,39

Ειδικό βάρος: 1,037-1,041 g/cm3

Σημείο τήξης: 80-85οC

Διαλυτότητα:

πρακτικά αδιάλυτη στο νερό,

διαλυτή στα διάφορα έλαια.

 

(δεδομένα από την Αναφ. 1)

Αβοβενζόνη

1-(4-μεθοξυφαινυλο)-3-(4-tert-βουτυλοφαινυλο)προπανο-1,3-διόνη

Avobenzone

1-(4-methoxyphenyl)-3-(4-tert-butylphenyl)propane-1,3-dione

 

Τι είναι η αβοβενζόνη

Η αβοβενζόνη (avobenzone) είναι μια λιποδιαλυτή οργανική ένωση, μια αρωματική β-δικετόνη, παράγωγο του διβενζοϋλομεθανίου (C6H5COCH2COC6H5). Xρησιμοποιείται ευρύτατα σε διάφορα αντιηλιακά παρασκευάσματα (λοσιόν και κρέμες) και θεωρείται ως ένα από τα αποτελεσματικότερα συστατικά για παρασκευάσματα αυτού του είδους. Απορροφά την υπεριώδη ακτινοβολία και στις δύο περιοχές UV-A και UV-B και σε συνολικά ευρύτερη περιοχή απ' ό,τι άλλες οργανικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στα αντιηλιακά. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιείται σε αντιηλιακά, τα οποία χαρακτηρίζονται με τον εμπορικό όρο αντιηλιακά ευρέος φάσματος (broad spectrum sunscreens) [Αναφ. 2, 3].

Η αβοβενζόνη διατίθεται με διάφορα εμπορικά ονόματα, όπως Parsol 1789, Eusolex 9020, Escalol 517 κ.α. Η ουσία αυτή εγκρίθηκε από την Ενωμένη Ευρώπη το 1978 και από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ το 1988 και σήμερα χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο [Αναφ. 4]

Η ιδανική δραστική ουσία στα αντιηλιακά θα πρέπει να απορροφά την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια της περιοχής της υπεριώδους ακτινοβολίας και να τη μετατρέπει συνολικά σε θερμική ενέργεια. Ωστόσο, στην πράξη ένα μέρος της ενέργειας μετατρέπεται σε χημική, προκαλώντας διάσπαση της δραστικής ουσίας ή άλλου είδους αντιδράσεις που οδηγούν σε προϊόντα με χαμηλότερη απορροφητικότητα στις επιθυμητές περιοχές του φάσματος. Συνεπώς, μια επιθυμητή ιδιότητα των αντιηλιακών ενώσεων, οι οποίες αναφέρονται ως χημικά φίλτρα, είναι η κατά το δυνατόν μεγαλύτερη φωτοσταθερότητα τους.

Η επίδραση της ακτινοβολίας UV στην αβοβενζόνη σε μίγμα με άλλες ανάλογες ενώσεις έχει εξεταστεί σχετικά πρόσφατα και διαπιστώθηκε ο μη αντιστρεπτός σχηματισμός ενώσεων μεταξύ τους (προϊόντα "φωτοκυκλοπροσθήκης"). Ωστόσο, σε αραιά διαλύματα φαίνεται ότι ορισμένες από τις αντιδράσεις αυτές είναι αντιστρεπτές. Οι ερευνητές έλαβαν το φάσμα αραιού διαλύματος της ουσίας σε μη πολικό διαλύτη (3x10-5 M σε κυκλοεξάνιο) πριν από την ακτινοβόληση, μετά την ακτινοβόληση (υπό καθορισμένες συνθήκες) και μετά την εκ νέου παραμονή του διαλύματος στο σκότος για αρκετές ώρες. Τα φάσματα που ελήφθησαν, όπως και ο πιθανός μηχανισμός της φωτοαντίδρασης δείχνονται στο σχήμα που ακολουθεί [Αναφ. 5]

Η αντίδραση φωτοϊσομερισμού της αβοβενζόνης και τα φάσματα απορρόφησης των μορφών (Ι) και (ΙΙ) σε διάλυμα 3x10-5 M σε κυκλοεξάνιο. Σε κανονική κατάσταση (στο σκότος) η αβοβενζόνη φαίνεται ότι βρίσκεται κυρίως υπό τη μορφή της διμερούς ενολικής μορφής (Ι) (φάσμα με κόκκινη γραμμή). Μετά την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας η ισορροπία μετατοπίζεται προς την απλή δικετονική μορφή (ΙΙ) (φάσμα με την μπλε γραμμή). Μετά από παραμονή στο σκότος η αβοβενζόνη επαναποκτά τη διμερή μορφή και το φάσμα (φάσμα με την πράσινη γραμμή) πρακτικά επανέρχεται στην αρχική του μορφή.

 

Οι αντιηλιακοί παράγοντες (sunscreen agents) ανήκουν στις ουσίες που δύσκολα και μετά από πολυετείς και άριστα τεκμηριωμένες δοκιμές λαμβάνουν άδεια από τους Εθνικούς Φορείς Φαρμάκων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε αντιηλιακά σκευάσματα. Οι σχετικά μεγάλες ποσότητες που επαλείφονται σε μεγάλη επιφάνεια του δέρματος, η διάλυσή τους σε έλαια που βοηθούν την απορρόφησή τους, η αλληλεπίδρασή τους με άλλα συστατικά των αντιηλιακών σκευασμάτων, καθιστούν απαραίτητη τη μακροχρόνια σχολαστική μελέτη των ουσιών αυτών μόνων ή σε συνδυασμό με άλλες, όπως και των προϊόντων φωτοδιάσπασής τους, ως προς την αλλεργιογόνο δράση, την τοξικότητα και την πιθανότητα καρκινογένεσης μετά από μακροχρόνια χρήση.

 

Λίγα στοιχεία για την ανατομία του δέρματος του ανθρώπου

Το δέρμα του ανθρώπου αποτελείται από δύο στιβάδες, την εξωτερική επιθηλιακή στιβάδα που καλείται επιδερμίδα και την εσωτερική στιβάδα που καλείται χόριο κυρίως δέρμα). Η επιδερμίδα αποτελείται από πολλές σειρές κυττάρων. Τα νεκρά κύτταρα της εξωτερικής στιβάδας  αποπίπτουν συνεχώς και ανανεώνονται από κύτταρα των εσωτερικών στιβάδων που μεταναστεύουν συνεχώς προς την επάνω κεράτινη στιβάδα. Κάτω από το χόριο υπάρχει χαλαρός συνδετικός ιστός, το υπόδερμα ή υποδόριος ιστός, το οποίο περιέχει άφθονο λίπος. Το δέρμα επίσης έχει και τα εξαρτήματα του, τα οποία είναι οι αδένες (σμηγματογόνοι και ιδρωτοποιοί), οι τρίχες και τα νύχια [Αναφ. 6].

Η επιδερμίδα αποτελείται από τις ακόλουθες στιβάδες (από έσω προς τα έξω): (1) Βασική ή μητρική στιβάδα, (2) Μαλπιγιανή ή ακανθωτή στιβάδα, (3) Κοκκώδης στιβάδα και (4) Κεράτινη στιβάδα.

Στη βασική στιβάδα, που υπάρχει μεταξύ της κερατίνης και του χορίου υπάρχουν τα μελανοκύτταρα (melanocytes) που παράγουν τη μελανίνη (melanin) στην οποία οφείλεται το χρώμα του δέρματος και όσο πιο πολύ μελανίνη περιέχει τόσο πιο μαύρο φαίνεται το δέρμα. Η μελανίνη είναι μια μη-πρωτεϊνική χρωστική ουσία πολυμερούς χαρακτήρα, προϊόν οξείδωσης του αμινοξέος τυροσίνη, π-HO-C6H4-CH2CH(NH2)COOH, υπό την επίδραση του ενζύμου τυροσινάση [Αναφ. 7]. Το μέγιστο της απορρόφησης της μελανίνης εμφανίζεται στα 335 nm [Αναφ. 8].

'Οταν η υπεριώδης ακτινοβολία (UV-A και UV-B) του ήλιου πέσει πάνω στο δέρμα μας διαπερνά και ερεθίζει το εσωτερικό του προκαλώντας τη μεγαλύτερη παραγωγή μελανίνης, στην αρχή σχηματίζεται κοκκίνισμα ή ερύθημα (erythema, sunburn), αλλά αργότερα παράγονται μελανοκύτταρα που ανεβαίνουν στο επάνω μέρος και προκαλείται μαύρισμα. Η μελανίνη αποτελεί φυσική ασπίδα του οργανισμού για την αντιμετώπιση των επιβλαβών ελευθέρων ριζών που παράγει η υπεριώδης ακτινοβολία.

 

Κατανομή των επιμέρους περιοχών της υπεριώδους (UV) ακτινοβολίας [Αναφ. 9]

Κατανομή με βάση τις χημικές δράσεις της ακτινοβολίας

Κατανομή με βάση τις φυσιολογικές δράσεις της ακτινοβολίας

Εγγύς υπεριώδες (near UV, NUV)

Η περιοχή 200-380 nm. Η συνηθισμένη περιοχή λήψης φασμάτων υπεριώδους χημικών ενώσεων με τα κοινά φασματοφωτόμετρα UV-Vis

UV-A

Η περιοχή 380-315 nm. Αναφέρεται και ως μακροκυματική υπεριώδης (long wave UV) ή σκοτεινό φως (black light). Η ακτινοβολία στην περιοχή αυτή είναι ορατή για πολλούς ζωικούς οργανισμούς (πτηνά, ερπετά, έντομα). Η έκθεση στην UV-A παλαιότερα θεωρείτο ακίνδυνη και χρήσιμη για την υγεία. Οι απόψεις αυτές έχουν αναθεωρηθεί και σήμερα είναι παραδεκτό ότι η UV-A είναι εκείνη που προκαλεί τις σοβαρότερες δερματολογικές βλάβες. Η έντασή της ηλιακής UV-A είναι σταθερή όλο το χρόνο και δεν την περιορίζει ο ελαφρύς ρουχισμός ή οι υαλοπίνακες των παραθύρων των σπιτιών ή των αυτοκινήτων. Αποτελεί το 99% της υπεριώδους ακτινοβολίας που φθάνει στην επιφάνεια της θάλασσας.

UV-Β

Η περιοχή 315-280 nm. Αναφέρεται ως μεσοκυματική υπεριώδης (medium wave UV). Η ακτινοβολία αυτή προκαλεί εγκαύματα, καρκίνους του δέρματος και οφθαλμικούς καταρράκτες. Αποκόπτεται ουσιαστικά από τους υαλοπίνακες των παραθύρων των σπιτιών και των αυτοκινήτων. Είναι η περιοχή που προκαλεί το "μαύρισμα" του δέρματος κατά την έκθεση στον ήλιο και η ηλιακή UV-B είναι ισχυρότερη κατά τους θερινούς μήνες*.

πω υπεριώδες (far UV ή vacuum UV, FUV, VUV).

Η περιοχή 10-200 nm. Η περιοχή αυτή ονομάζεται και "υπεριώδες κενού" (vacuum UV), επειδή για τη διάδοσή της απαιτείται κενό λόγω της έντονης απορρόφησης από τα μόρια O2.

UV-C

Η περιοχή κάτω από 280 nm. Αναφέρεται ως μικροβιoκτόνος υπεριώδης (germicidal UV) Η πλέον επικίνδυνη περιοχή. Σύντομη έκθεση στην ακτινοβολία αυτή προκαλεί εγκαύματα. Το τμήμα της ηλιακής ακτινοβολίας στην περιοχή αυτή απορροφάται έντονα από το στρώμα όζοντος της ανώτερης ατμόσφαιρας και δεν φθάνει στην επιφάνεια της Γης. Αποτελεί την κυριότερη απειλή για τον άνθρωπο σε περίπτωση περαιτέρω καταστροφής της στιβάδας του όζοντος. 

Ακραίο ή βαθύ υπεριώδες ή (extreme UV ή deep UV, EUV, XUV). Η περιοχή 1-31 nm.

 *  Μεγάλο μέρος της περιοχής UV-B και στο σύνολό της η UV-C απορροφώνται από τη στιβάδα του όζοντος στη στρατόσφαιρα της Γης, η οποία προστατεύει τα έμβια όντα από τις επιβλαβείς δράσεις της ηλιακής ακτινοβολίας. Η μείωση της στιβάδας του όζοντος που διαπιστώθηκε τη δεκαετία του 1970 με δορυφορικές παρατηρήσεις (πάνω από την Ανταρκτική) από τους χλωροφθοράνθρακες (φρέον) και άλλες χλωριωμένες ενώσεις προξένησε μεγάλη αναταραχή στην επιστημονική κοινότητα για τις πιθανές επιπτώσεις στην αύξηση του κινδύνου για καρκίνους του δέρματος στον άνθρωπο. Το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ (1987) απαγόρεψε τη χρήση των χλωροφθορανθράκων και άλλων οργανοχλωριούχων ουσιών με σκοπό να ανακοπεί η περαιτέρω καταστροφή του στρατοσφαιρικού όζοντος [Αναφ. 10, 11]. 

 

Ηλιακή ακτινοβολία και επιπτώσεις στο δέρμα του ανθρώπου

Η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία είναι δυνατόν να προκαλέσει οξείες ή/και χρόνιες επιπτώσεις στο δέρμα του ανθρώπου, που κυμαίνονται από ελαφρύ ερύθημα (κοκκίνισμα) μέχρι επώδυνο έγκαυμα. Επίσης, χρόνια έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία (όπως σε εργαζόμενους στην αλιεία, τις γεωργικές εργασίες, κ.λπ.) μπορεί να προκαλέσει πρόωρη γήρανση του δέρματος (απώλεια της ελαστικότητας και αύξηση των ρυτίδων)  ή στις χειρότερες περιπτώσεις καρκίνο του δέρματος (κακοήθη μελανώματα).

Η επιβλαβής επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας στο δέρμα του ανθρώπου έχει αναγνωρισθεί εδώ και πολλές δεκαετίες και η υπερβολική έκθεση επιφέρει εμφανείς δερματικές αλλαγές, όπως ξηροδερμία, ηλιακό έγκαυμα, φωτογήρανση, μελαγχρωματικές αλλοιώσεις και το πολύ επικίνδυνο (είναι σε ορισμένες περιπτώσεις θανατηφόρο) κακοήθες μελάνωμα.

Οι διάφορες μελανίνες έχουν τη δομή σταθερής οργανικής ελεύθερης ρίζας και μπορούν να δεσμεύσουν άλλες μικρότερου μοριακού βάρους ελεύθερες ρίζες που παράγονται κατά την έκθεση του δέρματος στην ηλιακή ακτινοβολία.

Σήμερα είναι γνωστό ότι η φωτοκαρκινογένεση είναι βασικά η δημιουργία ελευθέρων δραστικών οξυγονούχων ριζών που υπερνικούν τις αμυντικές, ενζυμικές και μη ενζυμικές, αντιστάσεις του δέρματος προκαλώντας λιπιδική υπεροξείδωση και άλλες βιολογικές βλάβες. Η συσσώρευση αυτών των οξειδωτικών βλαβών οδηγεί αργότερα στη φωτογήρανση, ένα είδος πρόωρης ρυτίδωσης του δέρματος και σε αρκετές περιπτώσεις στον καρκίνο του δέρματος [Αναφ. 13].

 

Ηλιακά εγκαύματα και προστασία του δέρματος με αντιηλιακά προϊόντα

Η έντονη ηλιακή ακτινοβολία του καλοκαιριού, ιδιαίτερα για πολύωρες εκθέσεις, ξεπερνάει τις αμυντικές δυνατότητες των μελανοκυττάρων και άλλων αντιοξειδωτικών μηχανισμών που διαθέτει το δέρμα μας. Αρχικά εμφανίζονται ερυθήματα (κοκκίνισμα), στη συνέχεια ξεφλούδισμα και φαγούρα λόγω ξηροδερμίας και τελικά έγκαυμα. Τα ηλιακά εγκαύματα σε παιδική ηλικία, σύμφωνα με μελέτες, μπορούν να αποτελέσουν την αιτία για μετέπειτα αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του δέρματος. 'Οσο πιο ανοικτόχρωμο είναι το δέρμα του ανθρώπου τόσο πιο ευαίσθητο είναι στην ηλιακή ακτινοβολία και τόσο πιο ευαίσθητο είναι στα ηλιακή ακτινοβολία και παθαίνει ευκολότερα εγκαύματα.

Τις τελευταίες δεκαετίες διαφημίζονται και χρησιμοποιούνται ευρύτατα διάφορα αντιηλιακά σκευάσματα για την προστασία του δέρματος. Αρχικά οι κατασκευαστές αντιηλιακών ενδιαφέρονταν για την ακτινοβολία UV-B ως προς την πρόκληση σημαντική βλάβης στο δέρμα. Παρόλα αυτά οι έρευνες των τελευταίων ετών έδειξαν ότι και η UV-Α είναι αρκετά επιβλαβής για μακροχρόνια έκθεση. 'Ετσι, τα τελευταία χρόνια τα αντιηλιακά σκευάσματα περιέχουν ουσίες που απορροφούν και τις δύο περιοχές (UV-B και UV-Α) του υπεριώδους φάσματος  της ηλιακής ακτινοβολίας.  

Τα αντιηλιακά σκευάσματα περιέχουν, εκτός από τις βασικές ύλες για την κρέμα ή λοσιόν ή ζελέ, χημικές ουσίες που λειτουργούν ως εκλεκτικά φίλτρα των UV-B και UV-Α περιοχών της ηλιακής ακτινοβολίας. Ανάλογα με το είδος και την ποσότητα των ουσιών αυτών τα αντιηλιακά σκευάσματα προσφέρουν διαφορετικό βαθμό προστασίας για το δέρμα. Τα αντιηλιακά χαρακτηρίζονται από τον παράγοντα αντιηλιακής προστασίας (SPF, Sun Protection Factor) ο οποίος καθορίζεται με βάση την ελάχιστη ερυθηματογόνο δόση (ΕΕΔ, εκφράζει την ελάχιστη ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για να προκληθεί ορατό ερύθημα μετά από 24 ώρες).

Υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός στην επιστημονική κοινότητα ως προς το κατά πόσο η υπερεκτίμηση της ασφάλειας που παρέχουν τα αντιηλιακά προϊόντα μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα εμφάνισης μελανωμάτων [Αναφ. 14].

 

Δείκτης αντιηλιακής προστασίας

Ως δείκτης αντιηλιακής προστασίας (Sun Protection Factor, SPF) ενός αντιηλιακού σκευάσματος ορίζεται ο λόγος του χρόνου έκθεσης στον ήλιο που απαιτείται για να εμφανιστεί ορατό ερύθημα μετά από 24 ώρες στο δέρμα στο οποίο έχει εφαρμοστεί το σκεύασμα, ως προς τον ίδιο χρόνο που απαιτείται κάτω από τις ίδιες συνθήκες για την "απροστάτευτη" επιδερμίδα" [Αναφ. 15].

Ο δείκτης SPF αναγράφεται στη συσκευασία του παρασκευάσματος. Οι τιμές του δείκτη SPF ξεκινούν από 2 και μπορούν να φθάσουν μέχρι 25 ή και 30 και αντιπροσωπεύουν το βαθμό προστασίας που προσφέρει το προϊόν κυρίως απέναντι της UV-B ακτινοβολίας. 'Οσο πιο ανοικτόχρωμο είναι το δέρμα τόσο πιο μεγάλος SPF απαιτείται για την αποτελεσματική του προστασία. 

'Οσο πιο μεγάλος είναι ο δείκτης τόσο περισσότερο χρόνο μπορεί το άτομο να παραμείνει εκτιθέμενο στον ήλιο χωρίς να υποστεί εγκαύματα. Για παράδειγμα, εάν π.χ. σε ένα άτομο εμφανίζεται ερύθημα μετά από 10 λεπτά παραμονής στον ήλιο, τότε ένα αντιηλιακό προϊόν με SPF 6 του επιτρέπει να εκτεθεί στον ήλιο για χρόνο 6 φορές περισσότερο (6x10 = 60 λεπτά) απ' όσο αν δεν χρησιμοποιούσε αντιηλιακό. Με άλλα λόγια το προϊόν αυτό αποκόπτει τα 5/6 ή το 83% της επικίνδυνης ακτινοβολίας.

Ακριβέστερα, ο δείκτης SPF παρέχεται από την ακόλουθη εξίσωση:

όπου:

A(λ) το δραστικό φάσμα πρόκλησης ερυθήματος, ενδεικτικό της ευαισθησίας του δέρματος στις ακτινοβολίες διαφορετικού μήκους κύματος (πράσινη γραμμή),

Ε(λ) το φάσμα της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας (κόκκινη γραμμή) και

MPF(λ) το αντίστροφο της διαπερατότητας (χονδρικά) του αντιηλιακού σκευάσματος (μπλε γραμμή).

Από την εξίσωση προκύπτει ότι ο δείκτης SPF δεν είναι απλώς το αντίστροφο της διαπερατότητας (1/T) του σκευάσματος στην περιοχή UV-B. 'Ετσι, η επάλειψη με 2 στρώματα αντιηλιακού, π.χ. με SPF 5 δεν οδηγεί σε προστασία SPF = 5x5 = 25, αλλά σε προστασία πάντοτε μικρότερη από το τετράγωνο του SPF απλής επάλειψης [Αναφ. 16]. 'Ενα πλήρες πρωτόκολλο in vitro δοκιμής και χαρακτηρισμού ενός αντιηλιακού προϊόντος, μπορεί να αναζητηθεί στην [Αναφ. 17].

'Eνας αντίστοιχος συμβολισμός υπάρχει σε κάθε προϊόν για την περίπτωση της UV-Α, αλλά είναι "χαρακτηρίζεται" με αστέρια.  Συνήθως βρίσκεται στο πίσω μέρος της συσκευασίας και κυμαίνεται από ένα μέχρι τέσσερα αστέρια (ήπια, καλή, πολύ καλή και μέγιστη προστασία από UV-Α ακτινοβολία). Αντιηλιακά προϊόντα με υψηλούς δείκτες προστασίας δεν εμποδίζουν το μαύρισμα, αλλά απλώς το καθυστερούν δίνοντας την ευκαιρία στο δέρμα να προσαρμοστεί στην ηλιακή ακτινοβολία χωρίς να υποστεί ηλιακό έγκαυμα.

 

'Αλλες "αντιηλιακές" ενώσεις

Υπάρχει σημαντικός αριθμός οργανικών (αλλά και ανόργανων) ενώσεων που χρησιμοποιούνται σε αντιηλιακά παρασκευάσματα. Συχνά χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό έτσι, ώστε να διευρύνεται το φάσμα απορρόφησης του παρασκευάσματος, αλλά και επειδή έχει διαπιστωθεί ότι συχνά οι συνδυασμοί σταθεροποιούν τις δραστικές ενώσεις έναντι της φωτοδιάσπασης, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να έχει διαπιστωθεί το ακριβώς αντίθετο [Αναφ. 5].

Τυπικά παραδείγματα ευρύτατα χρησιμοπούμενων ενώσεων σε διάφορα αντιηλιακά παρασκευάσματα είναι τα ακόλουθα: σαλικυλικός οκτυλεστέρας (απορροφά σε όλα τα μήκη κύματος της περιοχής UV-B, είναι σταθερή ένωση, υποαλλεργική και πρακτικά αδιάλυτη στο νερό), η οξυβενζόνη (απορροφά κυρίως την UV-Α και σε μικρότερο βαθμό την UV-B), ο μεθοξυκινναμωμικός οκτυλεστέρας (απορροφά κυρίως την UV-B και χρησιμοποιείται πάντοτε σε συνδυασμούς με άλλες αντιηλιακές ενώσεις), το οκτοκρυλένιο (σχετικώς νέα αντιηλιακή ένωση με εξαιρετική ικανότητα απορρόφησης της UV-B) [Αναφ. 18-21].

Τα συνηθέστερα ανόργανα συστατικά είναι το οξείδιο του ψευδαργύρου (ZnO) και διοξείδιο του τιτανίου (TiO2), τα οποία δεν απορροφούν την ηλιακή ακτινοβολία, αλλά την αντανακλούν και τη διασπείρουν. Το οξείδιο του ψευδαργύρου είναι δραστικό κυρίως για την UV-A, ενώ το διοξείδιο του τιτανίου για την UV-B [Αναφ. 22]. Το διοξείδιο του τιτανίου συνήθως αποκαλείται "nonchemical sunblock", δεν απορροφάται από το δέρμα, βρίσκεται σε πολύ λεπτά σωματίδια (micronized) και δεν μπορεί να διακριθεί πάνω στο δέρμα [Αναφ. 23]. 

 

 

Πηγές από το Διαδίκτυο - Βιβλιογραφία

1.   The Chemical Land 21: "Avobenzone"

2.   The Molecule of the Month, Sunscreening Agents: "Parsol 1789"

3.   Wikipedia: "Avobenzone"

4.   The Skin Cancer Foundation: "Sunscreens more effective than ever"

5.   Dondi D, Albini A, Serpone N: "Interactions between different solar UVB/UBA filters contained in commercial sunscreams and consequent loss of UV protection", PhotoChemical & Photobiological Sciences 5: 835-843, 2006 (PDF, 223 KB)

6.   Κλινική Αφροδίσιων και Δερματικών Νόσων, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νοσοκομείο "Α. Συγγρός", Μαθήματα Δερματολογίας - Αφροδισιολογίας: "Ανατομία και φυσιολογία του δέρματος"

7.   Wikipedia: "Melanin"

8.   Daugman J: University of Cambridge, Cumputer Laboratory, "Absorption spectrum of melanin"

9.   Wikipedia: "Ultraviolet"

10. Rowland FS: "Stratospheric ozone depletion by chlorofluorocarbons", AMBIO 19:281-292, 1990

11. Valavanidis A: "Depletion of ozone in the stratosphere and increasing ultraviolet solar radiation: potential health effects to humans", Pharmakeftiki 7:13-23, 1994

12. Από ιστοσελίδα του South Coast Medical Center (Laguna Beach, California)

13. HealthLink: "Sunscreen, Skin Cancer, and UVA"

14. Bevilaqua P: Yale - New Haven Hospital: "Does sunscreen increase or decrease melanoma risk?"

15. MedicineNet.com: "Definition of Sun protection factor (SPF)"

16. Wikipedia: "Sunscreen"

17. Suncare Research Laboratories, LLC: "In vitro evaluation of sunscreen photostability, SPF and critical wavelength" (22/6/2006) (PDF, 94 KB)

18. Wikipedia: "Octyl salicylate"

19. Wikipedia: "Oxybenzone"

20. Wikipedia: "Octyl methoxycinnamate"

21. Wikipedia: "Octocrylene"

22. ROCHE: "Increasing use of high sun protection factors in sunscreen products"

23. "Fragrance-Free Sunscreen Lotion SPF 30+"

 

Αποποίηση ευθυνών: Έχει καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να εξασφαλισθεί η ορθότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αυτή τη σελίδα, ωστόσο ο έχων την επιμέλεια της σελίδας αυτής και το Τμήμα Χημείας δεν αναλαμβάνουν τη νομική ευθύνη για τυχόν σφάλματα, παραλείψεις ή ανακριβείς πληροφορίες. Επιπλέον, το Τμήμα Χημείας δεν εγγυάται την ορθότητα των αναφερόμενων σε εξωτερικές ιστοσελίδες, ούτε η αναφορά μέσω συνδέσμων (links) στις ιστοσελίδες αυτές, υποδηλώνει ότι το Τμήμα Χημείας επικυρώνει ή καθ' οιονδήποτε τρόπο αποδέχεται το περιεχόμενό τους.